Στραβισμοι και Οφθαλμοκινητικες Διαταραχες
Η απώλεια της ταυτόχρονης προσήλωσης των 2 οφθαλμών στον ίδιο στόχο (στραβισμός) μπορεί να οφείλεται σε μεγάλη ποικιλία αιτίων και παθογενετικών μηχανισμών.
Η απώλεια της ταυτόχρονης προσήλωσης των 2 οφθαλμών στον ίδιο στόχο (στραβισμός) μπορεί να οφείλεται σε μεγάλη ποικιλία αιτίων και παθογενετικών μηχανισμών.
Στην παιδική ηλικία μπορεί να διαγνωστούν ειδικά στραβισμικά σύνδρομα, όπως μεταξύ άλλων η ιδιοπαθής βρεφική εσωτροπία ή το σύνδρομο Duane. Μπορεί επίσης να αναπτυχθεί προσαρμοστικός στραβισμός, ιδιαίτερα σε υπερμετρωπικούς οφθαλμούς, μέσω ανώμαλης κινητοποίησης του εγγύς αντανακλαστικού (που περιλαμβάνει προσαρμογή, μύση και σύγκλιση). Επιπλέον, η μείωση στην οπτική οξύτητα που μπορούν να προκαλέσουν αμβλυωπογόνες καταστάσεις όπως ο συγγενής καταρράκτης ή άλλες παθολογικές εκδηλώσεις (π.χ. ένας ενδοφθάλμιος όγκος) μπορεί να οδηγήσει σε θέση αναπαύσεως του πάσχοντος οφθαλμού. Αν ένα τέτοιο παθολογικό αίτιο εκδηλωθεί μέχρι την ηλικία των 10 περίπου ετών η θέση αναπαύσεως είναι συνήθως έσω στροφή (εσωτροπία) ενώ μετά την ηλικία των 10 ετών είναι συνήθως έξω στροφή (εξωτροπία). Για το λόγο αυτό επιβάλλεται η πλήρης οφθαλμολογική εξέταση που περιλαμβάνει απαραιτήτως βυθοσκόπηση σε όλες τις περιπτώσεις εκδήλωσης στραβισμού στην παιδική ηλικία. Στην ενήλικη ζωή στραβισμός μπορεί επίσης να εκδηλωθεί από ποικιλία αιτίων, όπως είναι νευρολογικές διαταραχές (μυασθενικά σύνδρομα ή παραλύσεις οφθαλμοκινητικών νεύρων), ίνωση οφθαλμοκινητικών μυών (π.χ. σε θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια) ή έξωθεν πίεση ή έλξη του βολβού (π.χ. σε όγκους ή κατάγματα του οφθαλμικού κόγχου).
Η εγκατάσταση στραβισμού ιδιαίτερα στην ενήλικη ζωή μπορεί να συνοδεύεται από διπλωπία, ιδιαίτερα αν γίνει αιφνιδίως. Γενικά με τον όρο συνεκτικός στραβισμός υπονοείται ότι η γωνία απόκλισης των 2 οφθαλμών είναι η ίδια σε όλες τις βλεμματικές θέσεις ενώ σε παραλυτικούς ή περιοριστικούς στραβισμούς η γωνία μπορεί να μεταβάλλεται σε διάφορες βλεμματικές θέσεις.
Η αντιμετώπιση του στραβισμού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αιτιοπαθογένεια και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περίπτωσης. Η αντιμετώπιση του στραβισμού στα παιδιά είναι αντικείμενο της παιδο-οφθαλμολογίας και έχει κύριους στόχους την αποφυγή αμβλυωπίας και την όσο το δυνατόν πληρέστερη ανάπτυξη διόφθαλμης όρασης. Στην ενήλικη ζωή, στραβισμός που δεν συνοδεύεται από διπλωπία σε κύριες βλεμματικές θέσεις, όπως είναι η πρωτεύουσα θέση και η θέση ανάγνωσης, και δεν οφείλεται σε αίτια που απειλούν τη ζωή ή την όραση, καλό είναι να μην αντιμετωπίζεται, ιδιαίτερα χειρουργικά, επειδή η προσπάθεια ανάταξης της διπλωπίας σε μια ακραία βλεμματική θέση μπορεί να εισάγει ανεπιθύμητη διπλωπία σε μια κύρια βλεμματική θέση. Οπωσδήποτε πάντως επιβάλλεται η διερεύνηση και κατανόηση των παθογενετικών μηχανισμών του στραβισμού σε κάθε περίπτωση. Ιδιαίτερα σε στραβισμούς από παράλυση νεύρων ή περιορισμό στην κίνηση του βολβού μπορεί να βοηθήσει πολύ η αποτύπωση του κινηματικού πεδίου κάθε οφθαλμού με ειδικές εξεταστικές μεθόδους (π.χ με Hess screen ή Lancaster red-green, Weiss red-green ή Lees screen). Σε περίπτωση σταθερού (μη εξελισσόμενου) στραβισμού μπορεί να εφαρμοστούν γυαλιά με πρίσματα που δεν διορθώνουν το στραβισμό αλλά ανακουφίζουν από τη διπλωπία. Επίσης μπορεί να σχεδιαστούν κατά περίπτωση χειρουργικές επεμβάσεις ή εφαρμογή Botox στους οφθαλμοκινητικούς μύες.
Ο Ευστάθιος Δετοράκης έχει αξιόλογη εμπειρία σε διάγνωση και θεραπεία στραβισμών σε ενήλικες, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπως η θυρεοειδική κογχοπάθεια (νόσος Graves) και τα κατάγματα του οφθαλμικού κόγχου.
Στην παιδική ηλικία μπορεί να διαγνωστούν ειδικά στραβισμικά σύνδρομα, όπως μεταξύ άλλων η ιδιοπαθής βρεφική εσωτροπία ή το σύνδρομο Duane. Μπορεί επίσης να αναπτυχθεί προσαρμοστικός στραβισμός, ιδιαίτερα σε υπερμετρωπικούς οφθαλμούς, μέσω ανώμαλης κινητοποίησης του εγγύς αντανακλαστικού (που περιλαμβάνει προσαρμογή, μύση και σύγκλιση). Επιπλέον, η μείωση στην οπτική οξύτητα που μπορούν να προκαλέσουν αμβλυωπογόνες καταστάσεις όπως ο συγγενής καταρράκτης ή άλλες παθολογικές εκδηλώσεις (π.χ. ένας ενδοφθάλμιος όγκος) μπορεί να οδηγήσει σε θέση αναπαύσεως του πάσχοντος οφθαλμού. Αν ένα τέτοιο παθολογικό αίτιο εκδηλωθεί μέχρι την ηλικία των 10 περίπου ετών η θέση αναπαύσεως είναι συνήθως έσω στροφή (εσωτροπία) ενώ μετά την ηλικία των 10 ετών είναι συνήθως έξω στροφή (εξωτροπία). Για το λόγο αυτό επιβάλλεται η πλήρης οφθαλμολογική εξέταση που περιλαμβάνει απαραιτήτως βυθοσκόπηση σε όλες τις περιπτώσεις εκδήλωσης στραβισμού στην παιδική ηλικία. Στην ενήλικη ζωή στραβισμός μπορεί επίσης να εκδηλωθεί από ποικιλία αιτίων, όπως είναι νευρολογικές διαταραχές (μυασθενικά σύνδρομα ή παραλύσεις οφθαλμοκινητικών νεύρων), ίνωση οφθαλμοκινητικών μυών (π.χ. σε θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια) ή έξωθεν πίεση ή έλξη του βολβού (π.χ. σε όγκους ή κατάγματα του οφθαλμικού κόγχου).
Η εγκατάσταση στραβισμού ιδιαίτερα στην ενήλικη ζωή μπορεί να συνοδεύεται από διπλωπία, ιδιαίτερα αν γίνει αιφνιδίως. Γενικά με τον όρο συνεκτικός στραβισμός υπονοείται ότι η γωνία απόκλισης των 2 οφθαλμών είναι η ίδια σε όλες τις βλεμματικές θέσεις ενώ σε παραλυτικούς ή περιοριστικούς στραβισμούς η γωνία μπορεί να μεταβάλλεται σε διάφορες βλεμματικές θέσεις.
Η αντιμετώπιση του στραβισμού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αιτιοπαθογένεια και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περίπτωσης. Η αντιμετώπιση του στραβισμού στα παιδιά είναι αντικείμενο της παιδο-οφθαλμολογίας και έχει κύριους στόχους την αποφυγή αμβλυωπίας και την όσο το δυνατόν πληρέστερη ανάπτυξη διόφθαλμης όρασης. Στην ενήλικη ζωή, στραβισμός που δεν συνοδεύεται από διπλωπία σε κύριες βλεμματικές θέσεις, όπως είναι η πρωτεύουσα θέση και η θέση ανάγνωσης, και δεν οφείλεται σε αίτια που απειλούν τη ζωή ή την όραση, καλό είναι να μην αντιμετωπίζεται, ιδιαίτερα χειρουργικά, επειδή η προσπάθεια ανάταξης της διπλωπίας σε μια ακραία βλεμματική θέση μπορεί να εισάγει ανεπιθύμητη διπλωπία σε μια κύρια βλεμματική θέση. Οπωσδήποτε πάντως επιβάλλεται η διερεύνηση και κατανόηση των παθογενετικών μηχανισμών του στραβισμού σε κάθε περίπτωση. Ιδιαίτερα σε στραβισμούς από παράλυση νεύρων ή περιορισμό στην κίνηση του βολβού μπορεί να βοηθήσει πολύ η αποτύπωση του κινηματικού πεδίου κάθε οφθαλμού με ειδικές εξεταστικές μεθόδους (π.χ με Hess screen ή Lancaster red-green, Weiss red-green ή Lees screen). Σε περίπτωση σταθερού (μη εξελισσόμενου) στραβισμού μπορεί να εφαρμοστούν γυαλιά με πρίσματα που δεν διορθώνουν το στραβισμό αλλά ανακουφίζουν από τη διπλωπία. Επίσης μπορεί να σχεδιαστούν κατά περίπτωση χειρουργικές επεμβάσεις ή εφαρμογή Botox στους οφθαλμοκινητικούς μύες.
Ο Ευστάθιος Δετοράκης έχει αξιόλογη εμπειρία σε διάγνωση και θεραπεία στραβισμών σε ενήλικες, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπως η θυρεοειδική κογχοπάθεια (νόσος Graves) και τα κατάγματα του οφθαλμικού κόγχου.