Καταρρακτης
Πρόκειται για θόλωση του φακού του ματιού που μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες όπως η ηλικιακή εκφύλιση, ο σακχαρώδης διαβήτης, οι φλεγμονές ή τα τραύματα του οφθαλμού.
Πρόκειται για θόλωση του φακού του ματιού που μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες όπως η ηλικιακή εκφύλιση, ο σακχαρώδης διαβήτης, οι φλεγμονές ή τα τραύματα του οφθαλμού. Υπάρχει επίσης και η συγγενή μορφή καταρράκτη (θόλωση του φακού παρούσα κατά τη γέννηση). Τα κύρια συμπτώματα είναι μείωση στην όραση (που ανάλογα με τη βαρύτητα και το είδος του καταρράκτη μπορεί να είναι από ήπια ως πολύ σοβαρή), αλλαγή στη χρωματική αντίληψη ή μεταβολές στο διαθλαστικό σφάλμα του ματιού (π.χ. αύξηση της μυωπίας που μπορεί και να έχει παράδοξα θετική επίδραση στην κοντινή όραση μόνο όμως προσωρινά).
Η θεραπεία είναι μόνο χειρουργική. Οι χειρουργικές τεχνικές στην περιοχή αυτή της οφθαλμολογίας πέρασαν από πολλά ιστορικά στάδια ξεκινώντας από την απλή μετατόπιση του θολωμένου φακού στον εσωτερικό του ματιού που εφαρμόστηκε στην αρχαιότητα και φτάνοντας στη σύγχρονη φακοθρυψία, δηλαδή κατακερματισμό του φακού εντός του ματιού με υπερηχητικά κύματα και ακολούθως αναρρόφηση των τεμαχιδίων μέσω μιας μικρής τομής που δεν απαιτεί ράμματα για τη σύγκλεισή της. Μεσολάβησαν η ενδοπεριφακική και η εξωπεριφακική τεχνική, στις οποίες αφαιρείται αντίστοιχα όλος ο φακός με την περιβάλλουσα μεμβράνη του (ενδοπεριφακική) ή χωρίς αυτήν (εξωπεριφακική), μέσω μεγάλης σχετικά τομής που απαιτεί συρραφή. Τόσο στη φακοθρυψία όσο και στην εξωπεριφακική αλλά και ενδοπεριφακική τεχνική μετά την αφαίρεση του φακού ακολουθεί ένθεση στον οφθαλμό τεχνητού φακού (ενδοφακού) κατασκευασμένου από βιο-συμβατά υλικά, που στοχεύει στο να δώσει την απαραίτητη διαθλαστική δύναμη στο μάτι (που παρείχε προηγουμένως ο φυσικός του φακός). Πολύ σημαντική είναι η επιλογή διαθλαστικής ισχύος του ενδοφακού ώστε να «ταιριάζει» στο χειρουργούμενο οφθαλμό και να προσφέρει την επιθυμητή διαθλαστική διόρθωση. Αυτό επιτυγχάνεται με μετρήσεις των γεωμετρικών χαρακτηριστικών του οφθαλμού (βιομετρία) προ της επέμβασης. Οι κύριες επιλογές είναι μετά την επέμβαση ο οφθαλμός να έχει καλή όραση μακριά (εμμετρωπία) ή αντιθέτως κοντά (μικρού βαθμού μυωπία). Ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί σχεδιάσεις πολυεστιακών ή και προσαρμοστικών ενδοφακών που θεωρητικά τουλάχιστο επιτρέπουν τόσο κοντινή όσο και μακρινή όραση και στοχεύουν στην αντιμετώπιση της πρεσβυωπίας.
Το πότε θα χειρουργηθεί ένας καταρράκτης δεν ορίζεται μόνο από τον οφθαλμίατρο αλλά και από τον ασθενή, ανάλογα με τις οπτικές του ανάγκες. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι σχετικά ικανοποιημένοι με μέτριας βαρύτητας καταρράκτη και δεν αισθάνονται την ανάγκη οπτικής διόρθωσης και άλλοι που δυσαρεστούνται ακόμη και με μικρής βαρύτητας καταρράκτη και επιθυμούν χειρουργική διόρθωση. Ο ρόλος του οφθαλμιάτρου δεν είναι να πιέσει τον ασθενή για χειρουργείο αλλά να προσδιορίσει το βαθμό μείωσης της όρασης και να εξετάσει αν αυτή οφείλεται μόνο στον καταρράκτη ή αν συμμετέχουν και άλλες οφθαλμολογικές παθήσεις, όπως γλαύκωμα ή ωχροπάθεια, που σημειωτέον συχνά συνυπάρχουν με καταρράκτη.
Από τεχνικής απόψεως η επέμβαση του καταρράκτη πραγματοποιείται συνήθως με αναισθητοποίηση του οφθαλμού με έγχυση αναισθητικών σταγόνων (παλαιότερα εφαρμόζονταν συστηματικά περιοφθαλμικές ή οπισθοβολβικές ενέσεις αναισθητικών αλλά στην εποχή της φακοθρυψίας δεν θεωρούνται απαραίτητες). Η διάρκεια της επέμβασης είναι συνήθως κάτω της μισής ώρας και συνηθέστερα 15-20min. Δεν απαιτείται νοσηλεία (πρόκειται για ημερήσια επέμβαση) και η αποκατάσταση της όρασης σε περιστατικά χωρίς επιπλοκές είναι συνήθως γρήγορη.
Ο Ε. Δετοράκης έχει πραγματοποιήσει πολύ μεγάλο αριθμό επεμβάσεων καταρράκτη εφαρμόζοντας την τεχνική της φακοθρυψίας χωρίς τη χορήγηση ενέσιμης αναισθησίας αλλά μόνο με ενστάλλαξη αναισθητικών οφθαλμικών σταγόνων.
Η θεραπεία είναι μόνο χειρουργική. Οι χειρουργικές τεχνικές στην περιοχή αυτή της οφθαλμολογίας πέρασαν από πολλά ιστορικά στάδια ξεκινώντας από την απλή μετατόπιση του θολωμένου φακού στον εσωτερικό του ματιού που εφαρμόστηκε στην αρχαιότητα και φτάνοντας στη σύγχρονη φακοθρυψία, δηλαδή κατακερματισμό του φακού εντός του ματιού με υπερηχητικά κύματα και ακολούθως αναρρόφηση των τεμαχιδίων μέσω μιας μικρής τομής που δεν απαιτεί ράμματα για τη σύγκλεισή της. Μεσολάβησαν η ενδοπεριφακική και η εξωπεριφακική τεχνική, στις οποίες αφαιρείται αντίστοιχα όλος ο φακός με την περιβάλλουσα μεμβράνη του (ενδοπεριφακική) ή χωρίς αυτήν (εξωπεριφακική), μέσω μεγάλης σχετικά τομής που απαιτεί συρραφή. Τόσο στη φακοθρυψία όσο και στην εξωπεριφακική αλλά και ενδοπεριφακική τεχνική μετά την αφαίρεση του φακού ακολουθεί ένθεση στον οφθαλμό τεχνητού φακού (ενδοφακού) κατασκευασμένου από βιο-συμβατά υλικά, που στοχεύει στο να δώσει την απαραίτητη διαθλαστική δύναμη στο μάτι (που παρείχε προηγουμένως ο φυσικός του φακός). Πολύ σημαντική είναι η επιλογή διαθλαστικής ισχύος του ενδοφακού ώστε να «ταιριάζει» στο χειρουργούμενο οφθαλμό και να προσφέρει την επιθυμητή διαθλαστική διόρθωση. Αυτό επιτυγχάνεται με μετρήσεις των γεωμετρικών χαρακτηριστικών του οφθαλμού (βιομετρία) προ της επέμβασης. Οι κύριες επιλογές είναι μετά την επέμβαση ο οφθαλμός να έχει καλή όραση μακριά (εμμετρωπία) ή αντιθέτως κοντά (μικρού βαθμού μυωπία). Ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί σχεδιάσεις πολυεστιακών ή και προσαρμοστικών ενδοφακών που θεωρητικά τουλάχιστο επιτρέπουν τόσο κοντινή όσο και μακρινή όραση και στοχεύουν στην αντιμετώπιση της πρεσβυωπίας.
Το πότε θα χειρουργηθεί ένας καταρράκτης δεν ορίζεται μόνο από τον οφθαλμίατρο αλλά και από τον ασθενή, ανάλογα με τις οπτικές του ανάγκες. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι σχετικά ικανοποιημένοι με μέτριας βαρύτητας καταρράκτη και δεν αισθάνονται την ανάγκη οπτικής διόρθωσης και άλλοι που δυσαρεστούνται ακόμη και με μικρής βαρύτητας καταρράκτη και επιθυμούν χειρουργική διόρθωση. Ο ρόλος του οφθαλμιάτρου δεν είναι να πιέσει τον ασθενή για χειρουργείο αλλά να προσδιορίσει το βαθμό μείωσης της όρασης και να εξετάσει αν αυτή οφείλεται μόνο στον καταρράκτη ή αν συμμετέχουν και άλλες οφθαλμολογικές παθήσεις, όπως γλαύκωμα ή ωχροπάθεια, που σημειωτέον συχνά συνυπάρχουν με καταρράκτη.
Από τεχνικής απόψεως η επέμβαση του καταρράκτη πραγματοποιείται συνήθως με αναισθητοποίηση του οφθαλμού με έγχυση αναισθητικών σταγόνων (παλαιότερα εφαρμόζονταν συστηματικά περιοφθαλμικές ή οπισθοβολβικές ενέσεις αναισθητικών αλλά στην εποχή της φακοθρυψίας δεν θεωρούνται απαραίτητες). Η διάρκεια της επέμβασης είναι συνήθως κάτω της μισής ώρας και συνηθέστερα 15-20min. Δεν απαιτείται νοσηλεία (πρόκειται για ημερήσια επέμβαση) και η αποκατάσταση της όρασης σε περιστατικά χωρίς επιπλοκές είναι συνήθως γρήγορη.
Ο Ε. Δετοράκης έχει πραγματοποιήσει πολύ μεγάλο αριθμό επεμβάσεων καταρράκτη εφαρμόζοντας την τεχνική της φακοθρυψίας χωρίς τη χορήγηση ενέσιμης αναισθησίας αλλά μόνο με ενστάλλαξη αναισθητικών οφθαλμικών σταγόνων.