Ογκοι οφθαλμου
Η ανατομική κατασκευή του οφθαλμικού βολβού είναι εξαιρετικά σύνθετη με παρουσία πολλών διαφορετικών ιστών που μπορούν θεωρητικά να δημιουργήσουν καλοήθεις ή κακοήθεις ενδοφθάλμιους όγκους.
Η ανατομία του οφθαλμικού βολβού είναι εξαιρετικά σύνθετη με παρουσία πολλών διαφορετικών ιστών που μπορούν θεωρητικά να δημιουργήσουν καλοήθεις ή κακοήθεις ενδοφθάλμιους όγκους. Εξάλλου στον οφθαλμό μπορεί να εγκατασταθούν καρκινικά κύτταρα από κακοήθεις όγκους που αναπτύσσονται σε άλλες περιοχές του σώματος, όπως είναι ο μαστός, ο πνεύμονας, το δέρμα, το πεπτικό σύστημα και άλλες (μεταστάσεις). Με ανάλογο τρόπο, κακοήθεις όγκοι που αναπτύσσονται πρωτοπαθώς εντός του οφθαλμικού βολβού μπορούν να δημιουργήσουν απομακρυσμένες μεταστάσεις σε άλλες περιοχές του σώματος. Στους ενήλικες ο συνηθέστερος κακοήθης ενδοφθάλμιος όγκος είναι η μετάσταση και ακολουθεί το ραγοειδικό μελάνωμα ενώ στα παιδιά ο συνηθέστερος κακοήθης ενδοφθάλμιος όγκος είναι το ρετινοβολάστωμα.
Στην περίπτωση του μελανώματος η ταξινόμηση γίνεται με βάση τη θέση ανάπτυξης (ίριδα, ακτινωτό σώμα ή χοριοειδής) καθώς και ανάλογα με τη διάμετρο και το ύψος της βλάβης (μικρά, μεσαία ή μεγάλα μελανώματα). Ο όγκος μπορεί να μην προκαλεί καθόλου συμπτώματα και να ανακαλυφθεί τυχαία ή να προκαλεί μείωση όρασης, αντίληψη φωτός (φωτοψίες) ή αντίληψη κινούμενων σωματιδίων στο οπτικό πεδίο (μυιοψίες). Η διάγνωση στηρίζεται κυρίως στην οφθαλμοσκόπηση μετά από ενστάλλαξη κολλυρίων για αύξηση της διαμέτρου της κόρης (μυδρίαση) καθώς και σε πιο εξειδικευμένες εξετάσεις (υπερηχογράφημα, φλουοροαγγειογραφία, μαγνητική τομογραφία και άλλες). Η θεραπεία εξαρτάται από τα επιμέρους χαρακτηριστικά κάθε όγκου και ασθενή και μπορεί να είναι απλή παρατήρηση (σε πολύ μικρά μελανώματα που δεν αναπτύσσονται), ακτινοθεραπεία με ειδικές ραδιενεργές πλάκες ή δέσμες βαρέων σωματιδίων όπως πρωτόνια, χειρουργική αφαίρεση του όγκου είτε μέσα από το βολβό (endo-resection) είτε με τομή στα εξωτερικά τοιχώματα του βολβού (exo-resection), χειρουργική αφαίρεση του βολβού (εξόρυξη) ή χειρουργική αφαίρεση ολόκληρου του κόγχου (εξεντέρωση). Ο κίνδυνος για τη ζωή προέρχεται από την πιθανότητα να εκδηλωθεί μετάσταση του μελανώματος σε ζωτικά όργανα και κυρίως στο συκώτι. Η πιθανότητα αυτή κυμαίνεται ανάλογα με το μέγεθος και τα χαρακτηριστικά κάθε όγκου αλλά κατά μέσο όρο είναι 10-15% (ιδιαίτερη σημασία έχει το γενετικό προφίλ του όγκου και ιδιαίτερα αν παρουσιάζει μονοσωμία στο χρωμόσωμα 3). Να σημειωθεί ότι ο κίνδυνος μετάστασης είναι δια βίου υπαρκτός, επομένως ανεξάρτητα από το αν έχει επιτευχθεί καταστροφή ή αφαίρεση του όγκου τοπικά (local tumor control) απαιτείται ανά έτος έλεγχος για την παρουσία απομακρυσμένων μεταστάσεων.
Στην περίπτωση του ρετινοβλαστώματος διακρίνονται 2 βασικές μορφές από γενετικής απόψεως, η κληρονομική (οικογενής) και η σποραδική. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει οικογενειακό ιστορικό (παρουσία της νόσου στους γονείς) και η εμφάνιση είναι σε μικρότερες ηλικίες (συχνά στους πρώτους μήνες της ζωής) ενώ συνήθως επίσης η νόσος είναι αμφοτερόπολευρη (αφορά και τα 2 μάτια). Αντιθέτως στις σποραδικές μορφές η ηλικία εμφάνισης είναι μεγαλύτερη, δεν αναφέρεται οικογενειακό ιστορικό και η νόσος είναι ετερόπλευρη (αφορά το ένα μάτι). Υπάρχουν πολλά συστήματα ταξινόμησης της βαρύτητας της νόσου. Η θεραπεία είναι στηρίζεται στη χορήγηση χημειοθεραπευτικών φαρμακευτικών παραγόντων (τοπικά με τη μορφή παραβολβικών ενέσεων ή συστηματικά), στην καταστροφή του όγκου με laser, κρυοπηξία ή ακτινοθεραπεία καθώς και στην εξόρυξη του βολβού όπου είναι απαραίτητο. Απαιτούνται συχνές επανεξετάσεις (υπό γενική αναισθησία στα μικρότερα παιδιά) για τον έλεγχο επανεμφανίσεων του όγκου μετά από κάθε θεραπευτική εφαρμογή. Η επιβίωση των παιδιών με ρετινοβλάστωμα έχει θεαματικά αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες και σε πολλές περιπτώσεις η νόσος είναι πλήρως ιάσιμη.
Ο Ε. Δετοράκης έχει εξειδικευτεί στην οφθαλμική ογκολογία στο Jules Stein Eye Institute του Πανεπιστημίου UCLA, υπό την καθοδήγηση του διεθνώς γνωστού για τη συνεισφορά του στην οφθαλμική ογκολογία καθηγητή Bradley R. Straatsma και έχει μεγάλη εμπειρία στη διάγνωση και θεραπευτική διαχείριση ενδοφθαλμίων όγκων. Είναι ο επιστημονικός υπεύθυνος στο τμήμα οφθαλμικής ογκολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου (ΠΑΓΝΗ) και πραγματοποιεί εκεί τις ποικίλες επεμβάσεις αντιμετώπισης ενδοφθαλμίων και περιοφθαλμικών όγκων, όπως κογχοτομές, μερικές ή ολικές εκτομές και ανακατασκευές βλεφάρων, χειρουργική ανόφθαλμου κόγχου, ιριδοκυκλεκτομές και επεμβάσεις βραχυθεραπείας με Ru-106. Να σημειωθεί ότι το ΠΑΓΝΗ είναι το μόνο δημόσιο νοσοκομείο στην Ελλάδα με δυνατότητα οφθαλμικής βραχυθεραπείας για ενδοφθαλμίους όγκους και δέχεται παραπομπές από όλο τον ελλαδικό χώρο ως κέντρο αναφοράς για τα περιστατικά αυτά που αντιμετωπίζονται εκεί αποκλειστικά από τον Ε. Δετοράκη.
Ειδικά επίσης στην περίπτωση του λεγόμενου ανόφθαλμου κόγχου, δηλαδή στη διαχείριση περιστατικών που απαιτούν εξόρυξη ή εξεντέρωση βολβού ο Ε. Δετοράκης έχει πολύ μεγάλη εμπειρία, έχοντας διαχειριστεί πολυάριθμα περιστατικά, έχοντας περιγράψει νέες σχετικές χειρουργικές τεχνικές, όπως η πλήρωση του βολβού με πλατειά περιτονία (fascia latta), και έχοντας πραγματοποιήσει μεγάλο αριθμό σχετικών δημοσιεύσεων σε έγκριτα διεθνή οφθαλμολογικά περιοδικά καθώς και ανακοινώσεων και προσκεκλημένων ομιλιών σε διεθνή οφθαλμολογικά συνέδρια.
Στην περίπτωση του μελανώματος η ταξινόμηση γίνεται με βάση τη θέση ανάπτυξης (ίριδα, ακτινωτό σώμα ή χοριοειδής) καθώς και ανάλογα με τη διάμετρο και το ύψος της βλάβης (μικρά, μεσαία ή μεγάλα μελανώματα). Ο όγκος μπορεί να μην προκαλεί καθόλου συμπτώματα και να ανακαλυφθεί τυχαία ή να προκαλεί μείωση όρασης, αντίληψη φωτός (φωτοψίες) ή αντίληψη κινούμενων σωματιδίων στο οπτικό πεδίο (μυιοψίες). Η διάγνωση στηρίζεται κυρίως στην οφθαλμοσκόπηση μετά από ενστάλλαξη κολλυρίων για αύξηση της διαμέτρου της κόρης (μυδρίαση) καθώς και σε πιο εξειδικευμένες εξετάσεις (υπερηχογράφημα, φλουοροαγγειογραφία, μαγνητική τομογραφία και άλλες). Η θεραπεία εξαρτάται από τα επιμέρους χαρακτηριστικά κάθε όγκου και ασθενή και μπορεί να είναι απλή παρατήρηση (σε πολύ μικρά μελανώματα που δεν αναπτύσσονται), ακτινοθεραπεία με ειδικές ραδιενεργές πλάκες ή δέσμες βαρέων σωματιδίων όπως πρωτόνια, χειρουργική αφαίρεση του όγκου είτε μέσα από το βολβό (endo-resection) είτε με τομή στα εξωτερικά τοιχώματα του βολβού (exo-resection), χειρουργική αφαίρεση του βολβού (εξόρυξη) ή χειρουργική αφαίρεση ολόκληρου του κόγχου (εξεντέρωση). Ο κίνδυνος για τη ζωή προέρχεται από την πιθανότητα να εκδηλωθεί μετάσταση του μελανώματος σε ζωτικά όργανα και κυρίως στο συκώτι. Η πιθανότητα αυτή κυμαίνεται ανάλογα με το μέγεθος και τα χαρακτηριστικά κάθε όγκου αλλά κατά μέσο όρο είναι 10-15% (ιδιαίτερη σημασία έχει το γενετικό προφίλ του όγκου και ιδιαίτερα αν παρουσιάζει μονοσωμία στο χρωμόσωμα 3). Να σημειωθεί ότι ο κίνδυνος μετάστασης είναι δια βίου υπαρκτός, επομένως ανεξάρτητα από το αν έχει επιτευχθεί καταστροφή ή αφαίρεση του όγκου τοπικά (local tumor control) απαιτείται ανά έτος έλεγχος για την παρουσία απομακρυσμένων μεταστάσεων.
Στην περίπτωση του ρετινοβλαστώματος διακρίνονται 2 βασικές μορφές από γενετικής απόψεως, η κληρονομική (οικογενής) και η σποραδική. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει οικογενειακό ιστορικό (παρουσία της νόσου στους γονείς) και η εμφάνιση είναι σε μικρότερες ηλικίες (συχνά στους πρώτους μήνες της ζωής) ενώ συνήθως επίσης η νόσος είναι αμφοτερόπολευρη (αφορά και τα 2 μάτια). Αντιθέτως στις σποραδικές μορφές η ηλικία εμφάνισης είναι μεγαλύτερη, δεν αναφέρεται οικογενειακό ιστορικό και η νόσος είναι ετερόπλευρη (αφορά το ένα μάτι). Υπάρχουν πολλά συστήματα ταξινόμησης της βαρύτητας της νόσου. Η θεραπεία είναι στηρίζεται στη χορήγηση χημειοθεραπευτικών φαρμακευτικών παραγόντων (τοπικά με τη μορφή παραβολβικών ενέσεων ή συστηματικά), στην καταστροφή του όγκου με laser, κρυοπηξία ή ακτινοθεραπεία καθώς και στην εξόρυξη του βολβού όπου είναι απαραίτητο. Απαιτούνται συχνές επανεξετάσεις (υπό γενική αναισθησία στα μικρότερα παιδιά) για τον έλεγχο επανεμφανίσεων του όγκου μετά από κάθε θεραπευτική εφαρμογή. Η επιβίωση των παιδιών με ρετινοβλάστωμα έχει θεαματικά αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες και σε πολλές περιπτώσεις η νόσος είναι πλήρως ιάσιμη.
Ο Ε. Δετοράκης έχει εξειδικευτεί στην οφθαλμική ογκολογία στο Jules Stein Eye Institute του Πανεπιστημίου UCLA, υπό την καθοδήγηση του διεθνώς γνωστού για τη συνεισφορά του στην οφθαλμική ογκολογία καθηγητή Bradley R. Straatsma και έχει μεγάλη εμπειρία στη διάγνωση και θεραπευτική διαχείριση ενδοφθαλμίων όγκων. Είναι ο επιστημονικός υπεύθυνος στο τμήμα οφθαλμικής ογκολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου (ΠΑΓΝΗ) και πραγματοποιεί εκεί τις ποικίλες επεμβάσεις αντιμετώπισης ενδοφθαλμίων και περιοφθαλμικών όγκων, όπως κογχοτομές, μερικές ή ολικές εκτομές και ανακατασκευές βλεφάρων, χειρουργική ανόφθαλμου κόγχου, ιριδοκυκλεκτομές και επεμβάσεις βραχυθεραπείας με Ru-106. Να σημειωθεί ότι το ΠΑΓΝΗ είναι το μόνο δημόσιο νοσοκομείο στην Ελλάδα με δυνατότητα οφθαλμικής βραχυθεραπείας για ενδοφθαλμίους όγκους και δέχεται παραπομπές από όλο τον ελλαδικό χώρο ως κέντρο αναφοράς για τα περιστατικά αυτά που αντιμετωπίζονται εκεί αποκλειστικά από τον Ε. Δετοράκη.
Ειδικά επίσης στην περίπτωση του λεγόμενου ανόφθαλμου κόγχου, δηλαδή στη διαχείριση περιστατικών που απαιτούν εξόρυξη ή εξεντέρωση βολβού ο Ε. Δετοράκης έχει πολύ μεγάλη εμπειρία, έχοντας διαχειριστεί πολυάριθμα περιστατικά, έχοντας περιγράψει νέες σχετικές χειρουργικές τεχνικές, όπως η πλήρωση του βολβού με πλατειά περιτονία (fascia latta), και έχοντας πραγματοποιήσει μεγάλο αριθμό σχετικών δημοσιεύσεων σε έγκριτα διεθνή οφθαλμολογικά περιοδικά καθώς και ανακοινώσεων και προσκεκλημένων ομιλιών σε διεθνή οφθαλμολογικά συνέδρια.