Ογκοι βλεφαρων, οφθαλμικης επιφανειας και οφθαλμικου κογχου
Από την πλειάδα των ιστών που εντοπίζονται στην περιοφθαλμική περιοχή (όπως δέρμα, αδένες, λίπος, μυς, αγγεία, νεύρα) μπορεί να αναπτυχθεί ποικιλία καλοήθων ή κακοήθων όγκων.
Από την πλειάδα των ιστών που εντοπίζονται στην περιοφθαλμική περιοχή (όπως δέρμα, αδένες, λίπος, μυς, αγγεία, νεύρα) μπορεί να αναπτυχθεί ποικιλία καλοήθων ή κακοήθων όγκων. Ανατομικά (ανάλογα με τη θέση εμφάνισης) αυτοί ταξινομούνται σε όγκους της οφθαλμικής επιφάνειας, όγκους των βλεφάρων και του οφθαλμικού κόγχου. Στην οφθαλμική επιφάνεια μπορεί να εμφανιστούν μεταξύ άλλων καλοήθεις κύστεις από τους αδένες του επιπεφυκότα, στεάτια (καλοήθεις εκφυλιστικές παχύνσεις του επιπεφυκότα που ορισμένες φορές εξελίσσονται σε πτερύγια) και σπίλοι, δηλαδή καλοήθη μορφώματα με άλλοτε άλλο ποσό χρωστικής. Οι τελευταίοι μερικές φορές είναι ορμονοεξαρτώμενοι και μεταβάλλονται σε μέγεθος ή ποσό χρωστικής σε ορισμένες φάσεις της ζωής όπως η εφηβεία ή η εγκυμοσύνη. Σε σπάνιες περιπτώσεις οι σπίλοι μετατρέπονται σε κακοήθεις μελαγχρωστικές βλάβες, δηλαδή μελανώματα. Τα τελευταία μπορεί να δημιουργηθούν επίσης και αυτόματα (σε θέσεις που δεν προϋπάρχουν άλλες βλάβες) ή και σε περιοχές διάχυτης μελάνωσης του επιπεφυκότα (primary acquired melanosis). Μια άλλη κακοήθης βλάβη του επιπεφυκότα είναι το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα (squamous cell carcinoma) που εμφανίζεται σαν μια αλλοιωμένης μορφολογίας περιοχή του επιπεφυκότα (λευκοπλακία), μπορεί να πάρει μεγάλη έκταση και ορισμένες φορές συνδέεται με την παρουσία στελεχών του ιού των θηλωμάτων (human papilloma virus, HPV).
Στα βλέφαρα συνηθέστατα καλοήθη μορφώματα είναι τα χαλάζια, κοκκιωματώδεις κύστεις που δημιουργούνται από τους σμηγματογόνους αδένες του βλεφάρου όταν αυτού δυσλειτουργούν . Τα χαλάζια συχνά αναπτύσσονται σε άτομα με βλεφαρίτιδα, δηλαδή χρόνια φλεγμονή στη ρίζα των βλεφαρίδων με παρουσία λευκωπών ή κιτρινωπών στερεοποιημένων εκκρίσεων που αποτελούν καλό υπόστρωμα για την ανάπτυξη μικροβίων, όπως ο σταφυλόκοκκος. Σε περίπτωση επιμόλυνσης μπορεί να δημιουργηθεί κριθή («κριθαράκι») που μπορεί να απαιτήσει την τοπική ή σπανιότερα συστηματική χορήγηση αντιβιοτικών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ένα αδενοκαρκίνωμα από τους σμηγματογόνους αδένες του βλεφάρου μπορεί να μοιάζει με χαλάζιο και αυτό να λειτουργήσει παραπλανητικά καθυστερώντας τη διάγνωση. Άλλες συνήθεις κακοήθεις βλάβες των βλεφάρων είναι το βασικοκυυτταρικό καρκίνωμα, το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα ενώ σχετικά σπανιότερα εμφανίζεται το μελάνωμα.
Στην περιοχή του οφθαλμικού κόγχου μπορεί επίσης να αναπτυχθούν πολλά καλοήθη ή κακοήθη μορφώματα. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει το αιμαγγείωμα, που συχνά η παρουσία του διαπιστώνεται τυχαία σε αξονικές ή μαγνητικές τομογραφίες της κεφαλής ενώ ορισμένες φορές μπορεί να προκαλεί εξόφθαλμο ή πίεση στο οπτικό νεύρο. Ένας άλλος συνήθης καλοήθης όγκος του οφθαλμικού κόγχου ή της περιοφθαλμικής περιοχής είναι η δερμοειδής κύστη, που υπάρχει στη γέννηση αλλά μπορεί να διογκωθεί αργότερα στη διάρκεια της ζωής και προκαλείται από εγκλωβισμό σε βαθύτερα ιστικά στρώματα επιφανειακών ιστών (επιθηλίων) σε περιοχές οστικών ραφών. Το μόρφωμα αυτό μπορεί να πάρει μεγάλες διαστάσεις και να προκαλέσει σοβαρή δυσμορφία. Από την πλευρά των κακοήθων όγκων στην περιοχή του οφθαλμικού κόγχου μπορεί να παρατηρηθούν μεταξύ άλλων μεταστάσεις από πολλούς όγκους άλλων περιοχών του σώματος, λεμφώματα, δηλαδή νεοπλασίες λεμφικού ιστού με ποικίλο βαθμό κακοήθειας ή μεσεγχυματικοί κακοήθεις όγκοι , όπως το ραβδομυοσάρκωμα. Το τελευταίο αναπτύσσεται συχνά στην παιδική ηλικία και μπορεί να εκδηλωθεί με φλεγμονώδη συμπτώματα (πρήξιμο, πόνο και ερυθρότητα στην περιοχή ανάπτυξης).
Η αντιμετώπιση των όγκων της περιοφθαλμικής περιοχής εξατομικεύεται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Για τη μελέτη τους μπορεί να απαιτηθεί απεικόνιση με μαγνητική ή αξονική τομογραφία. Επίσης μπορεί να απαιτηθεί η χειρουργική λήψη μικρής ποσότητας παθολογικού ιστού (incisional biopsy) με σκοπό την ταυτοποίηση της βλάβης και τον καλύτερο σχεδιασμό της θεραπείας, που μπορεί να είναι χειρουργική αφαίρεση, ακτινοθεραπεία ή σπανιότερα, όπως στην περίπτωση του ραβδομυοσαρκώματος, χημειοθεραπεία.
Στα βλέφαρα συνηθέστατα καλοήθη μορφώματα είναι τα χαλάζια, κοκκιωματώδεις κύστεις που δημιουργούνται από τους σμηγματογόνους αδένες του βλεφάρου όταν αυτού δυσλειτουργούν . Τα χαλάζια συχνά αναπτύσσονται σε άτομα με βλεφαρίτιδα, δηλαδή χρόνια φλεγμονή στη ρίζα των βλεφαρίδων με παρουσία λευκωπών ή κιτρινωπών στερεοποιημένων εκκρίσεων που αποτελούν καλό υπόστρωμα για την ανάπτυξη μικροβίων, όπως ο σταφυλόκοκκος. Σε περίπτωση επιμόλυνσης μπορεί να δημιουργηθεί κριθή («κριθαράκι») που μπορεί να απαιτήσει την τοπική ή σπανιότερα συστηματική χορήγηση αντιβιοτικών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ένα αδενοκαρκίνωμα από τους σμηγματογόνους αδένες του βλεφάρου μπορεί να μοιάζει με χαλάζιο και αυτό να λειτουργήσει παραπλανητικά καθυστερώντας τη διάγνωση. Άλλες συνήθεις κακοήθεις βλάβες των βλεφάρων είναι το βασικοκυυτταρικό καρκίνωμα, το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα ενώ σχετικά σπανιότερα εμφανίζεται το μελάνωμα.
Στην περιοχή του οφθαλμικού κόγχου μπορεί επίσης να αναπτυχθούν πολλά καλοήθη ή κακοήθη μορφώματα. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει το αιμαγγείωμα, που συχνά η παρουσία του διαπιστώνεται τυχαία σε αξονικές ή μαγνητικές τομογραφίες της κεφαλής ενώ ορισμένες φορές μπορεί να προκαλεί εξόφθαλμο ή πίεση στο οπτικό νεύρο. Ένας άλλος συνήθης καλοήθης όγκος του οφθαλμικού κόγχου ή της περιοφθαλμικής περιοχής είναι η δερμοειδής κύστη, που υπάρχει στη γέννηση αλλά μπορεί να διογκωθεί αργότερα στη διάρκεια της ζωής και προκαλείται από εγκλωβισμό σε βαθύτερα ιστικά στρώματα επιφανειακών ιστών (επιθηλίων) σε περιοχές οστικών ραφών. Το μόρφωμα αυτό μπορεί να πάρει μεγάλες διαστάσεις και να προκαλέσει σοβαρή δυσμορφία. Από την πλευρά των κακοήθων όγκων στην περιοχή του οφθαλμικού κόγχου μπορεί να παρατηρηθούν μεταξύ άλλων μεταστάσεις από πολλούς όγκους άλλων περιοχών του σώματος, λεμφώματα, δηλαδή νεοπλασίες λεμφικού ιστού με ποικίλο βαθμό κακοήθειας ή μεσεγχυματικοί κακοήθεις όγκοι , όπως το ραβδομυοσάρκωμα. Το τελευταίο αναπτύσσεται συχνά στην παιδική ηλικία και μπορεί να εκδηλωθεί με φλεγμονώδη συμπτώματα (πρήξιμο, πόνο και ερυθρότητα στην περιοχή ανάπτυξης).
Η αντιμετώπιση των όγκων της περιοφθαλμικής περιοχής εξατομικεύεται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Για τη μελέτη τους μπορεί να απαιτηθεί απεικόνιση με μαγνητική ή αξονική τομογραφία. Επίσης μπορεί να απαιτηθεί η χειρουργική λήψη μικρής ποσότητας παθολογικού ιστού (incisional biopsy) με σκοπό την ταυτοποίηση της βλάβης και τον καλύτερο σχεδιασμό της θεραπείας, που μπορεί να είναι χειρουργική αφαίρεση, ακτινοθεραπεία ή σπανιότερα, όπως στην περίπτωση του ραβδομυοσαρκώματος, χημειοθεραπεία.